ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ
Το 90% των θρόμβων είναι αποτέλεσμα συμπτωματικών ή μη θρομβώσεων των εν τω βάθει φλεβών των κάτω άκρων ή της πυέλου και της κάτω κοίλης φλέβας.
Σε ποσοστό 20% δεν διαπιστώνεται σαφής αιτιολογικός παράγοντας (ιδιοπαθής πνευμονική εμβολή). Στον ακόλουθο πίνακα αναφέρονται οι προδιαθεσικοί παράγοντες παράγοντες αναλυτικά.
Προδιαθεσικοί Παράγοντες | Σχετιζόμενοι με τον ασθενή | Σχετιζόμενοι με τις συνθήκες |
ΙΣΧΥΡΟΙ | ||
Κάταγμα (ισχίου ή κνήμης) | √ | |
Αρθροπλαστική ισχίου ή γόνατος | √ | |
Μεγάλη χειρουργική επέμβαση | √ | |
Σοβαρό τραύμα | √ | |
Τραυματισμός της σπονδυλικής στήλης | √ | |
ΜΕΤΡΙΟΙ | ||
Κεντρική φλεβική γραμμή | √ | |
Αρθροσκόπηση γόνατος | √ | |
Χρόνια καρδιακή ή αναπνευστική ανεπάρκεια | √ | |
Θεραπεία υποκατάστασης με ορμόνες μετεμμηνοπαυσιακά | √ | |
Αντισυλληπτικά χάπια | √ | |
Εγκυμοσύνη/επιλόχεια περίοδος | √ | |
Ιστορικό προηγούμενης φλεβοθρόμβωσης | √ | |
Θρομβοφιλία | √ | |
Κακοήθεια | √ | |
Χημειοθεραπεία | √ | |
Παραλυτικό εγκεφαλικό επεισόδιο | √ | |
ΑΣΘΕΝΕΙΣ | ||
Μεγάλη ηλικία | √ | |
Παχυσαρκία | √ | |
Ακινησία πάνω από 3 ημέρες | √ | |
Παρατεταμένο ταξίδι (αεροπορικό ή με αυτοκίνητο) | √ | |
Εγκυμοσύνη/περιγεννητική περίοδος | √ | |
Κιρσοί φλεβών | √ |
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ
Η κλινική εικόνα κυμαίνεται από την ασυμπτωματική εμφάνιση έως την εκδήλωση shock κι αιφνίδιο θάνατο. Η υπόνοια τίθεται από την εκδήλωση ξαφνικής δύσπνοιας, θωρακαλγίας ή και εμμένουσας υπότασης και συγκοπτικού επεισοδίου που δε δικαιολογούνται από άλλες πιθανές διαγνώσεις.
Άλλα πιθανά συμπτώματα περιλαμβάνουν το βήχα, την αιμόπτυση και σημεία όπως ταχύπνοια, ταχυκαρδία, σημεία εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης, πυρετός και κυάνωση.
Συνήθως, τις πρώτες ώρες μετά το επεισόδιο, οι θρόμβοι διασπώνται μηχανικά από τον ενδογενή ινωδολυτικό μηχανισμό και η κυκλοφορία αποκαθίσταται. Ωστόσο, υποτροπή της πνευμονικής εμβολής μπορεί να συμβεί τις πρώτες μέρες μετά από ένα αρχικό επεισόδιο.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Έμμεσες πληροφορίες μπορεί να συλλεχθούν από την ακτινογραφία θώρακος σε λίγες περιπτώσεις, το ηλεκτροκαρδιογράφημα που είναι συνήθως παθολογικό κι έχει συγκεκριμένη μορφή (strain δεξιάς κοιλίας με αναστροφή Τ κ.α.), καθώς και από τη λήψη αερίων αίματος (υποξαιμία, αλκάλωση, αύξηση της κυψελιδο-αρτηριακής διαφοράς). Τέλος, ο προσδιορισμός των διμερών, με ευαίσθητη μέθοδο, μπορεί να αποκλείσει με ασφάλεια την πιθανότητα πνευμονικής εμβολής σε ασθενείς με χαμηλή ή μέτρια πιθανότητα, χωρίς την ανάγκη περαιτέρω διαγνωστικού ελέγχου.
Λόγω της μη ειδικότητας των συμπτωμάτων, έχουν αναπτυχθεί κλινικοί κανόνες πρόβλεψης (Wells score,αναθεωρημένο Geneva score), προκειμένου οι ασθενείς να κατηγοριοποιούνται σε ομάδες ανάλογα με την κλινική πιθανότητα.
Μέθοδο εκλογής της διάγνωσης αποτελεί η αξονική αγγειογραφία (MultiDetector CT pulmonary angiography), σε ασθενείς μμε υψηλή κλινική πιθανότητα, όπως καισε ατούς με χαμηλά διμερή και ενδιάμεση ή χαμηλή πιθανότητα. Απαιτείται η χορήγηση σκιαγραφικού ενδοφλεβίως, γι’ αυτό δεν ενδείκνυται σε άτομα με νεφρική ανεπάρκεια και ιστορικό αλλεργίας στο σκιαστικό.
Επιπλέον, εεξετάσεις όπως το σπινθηρογράφημα αερισμού-αιμάτωσης, το υπερηχογράφημα των κάτω άκρων και καρδιάς, όπως και η ψηφιακή πνευμονική αγγειογραφία μπορούν να χρησιμεύσουν σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό στη διάγνωση.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η θεραπεία περιλαμβάνει την άμεση έναρξη χορήγησης αντιπηκτικής αγωγής, με μορφή κλασσικής ηπαρίνης (συνήθως ενδονοσοκομειακά), με χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνες (με μεγαλύτερη ευκολία χρήσης και ασφάλεια,χορηγούνται υποδορίως,αλλά έχουν αντένδειξη στη σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια ), τα κουμαρινικά αντιπηκτικά (εύκολη χορήγηση από το στόμα, αλλά με απαραίτητη τη συστηματική μέτρηση των χρόνων πήξης).
Η διάρκεια της θεραπείας δεν ξεπερνά τους 3 μήνες για ασθενείς με αναστρέψιμο παράγοντα κινδύνου, αλλά θα πρέπει να επανεξετάζεται σε κάθε ασθενή με ιδιοπαθή πνευμονική εμβολή που δεν παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας. Τέλος, σε ασθενείς με νεοπλασίες ή θρομβοφιλία υψηλού κινδύνου, η αντιπηκτική αγωγή θα πρέπει να συνεχίζεται επ’ αόριστον.
Η θρομβόλυση, έχει ένδειξη σε ασθενείς που παρουσιάζουν κυκλοφορική καταπληξία και υπόταση, ενώ η χειρουργική εμβολεκτομή περιορίζεται σε περιπτώσεις που η θρομβόλυση αποτύχει.
Σε περίπτωση απόλυτης αντένδειξης αντιπηκτικής αγωγής, μπορεί να τοποθετηθεί φίλτρο στην κάτω κοίλη φλέβα, σύμφωνα με την υπόδειξη του ειδικού που παρακολουθεί τον ασθενή.